- τεσσαρακονταετία
- η, ΝΑ [τεσσαρακονταετής]1. χρονική περίοδος σαράντα ετών2. ηλικία σαράντα ετών.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
τετταρακονταετίας — τεσσαρακονταετίᾱς , τεσσαρακονταετία space of forty years fem acc pl τεσσαρακονταετίᾱς , τεσσαρακονταετία space of forty years fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τεσσαρακονταετίαν — τεσσαρακονταετίᾱν , τεσσαρακονταετία space of forty years fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… … Dictionary of Greek